Κωνσταντινουπολίτικα, το μέρος που επέλεξα να περάσω την ζωή μου

zoro1Του Πασχάλη Μωυσιάδη

Ήρθε εκεί στα 1978, νιόπαντρος εγώ με ένα αγοράκι ενός έτους, και μας βρήκε ο σεισμός σε ένα διαμέρισμα της οδού Θεαγένους Χαρίση στην ενορία του Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου. Ακόμη ακούω τις πολυκατοικίες να τραγουδούν εκείνο το απόκοσμο και γοερό τρίξιμο από το δυνατό ταρακούνημα των 6.5 Ρίχτερ. Κατατρόμαξε όλη την Θεσσαλονίκη και την σφράγισε με το γκρέμισμα της πολυκατοικίας στην Ιπποδρομίου  και τον θάνατο 49 ανθρώπων, συμπολιτών μου. Μου πήρε ακριβώς δυό χρόνια να ξενιτευτώ στα Βόρεια-Ανατολικά της πόλης μου, εκεί κάπου μετά που τέλειωνε η Άνω Τούμπα.

Ακατέργαστη, περισσότερο με συρμάτινους φράχτες και πολυκατοικίες που μπορούσαν να μετρηθούν στα δάχτυλα μιας παλάμης. Μοιράσματα κάποιων νόμων, εκεί στην πλαγιά, στο πρανές. Εκεί που τέλειωνε η Άνω Τούμπα, στα έξω χωράφια της Πυλαίας. Μπορούσες να δεις μέχρι και τον αναλάμποντα στην άκρη του Μεγάλου Καράμπουρνου. ‘Ολο το Πανόραμα, και αν έστεργε κι ο καιρός μέχρι το Στεφάνι του Ολύμπου, τον περίφημο θρόνο του Δία! Μια νέα περιοχή της Θεσσαλονίκης με το ιστορικό όνομα Κωνσταντινουπολίτικα μέσα στο σχέδιο πόλεως άρχιζε να αναπτύσσεται με βάση όλα τα Ελληνικά δεδομένα. Δρόμοι γεμάτοι λασπουριά χωρίς ονομασίες και ταχυδρόμο αλλά με φως, τηλέφωνο και νερό απ΄το Πανόραμα! Μισή ντουζίνα άλογα ελεύθερα να καλπάζουν και να περνούν κάθετα τον μοναδικό ασφαλτοστρωμένο και “βομβαρδισμένο” δρόμο, σημερινή οδός 17 Νοεμβρίου, που οδηγούσε στην βιοτεχνία του ΟΥΖΟ 12 και να χάνονται κάπου στο Ελαιόρεμα.

Εκεί στην τελευταία πολυκατοικία κάτω από τα μισογκρεμισμένα χοιροστάσια(σημερινός Μασούτης) βρήκα καταφύγιο από σεισμούς, στον πρώτο όροφο. Και η ατάκα της γυναίκας μου καθώς χάζευε από το ανοιχτό παράθυρο την μεγαλοπρέπεια του Χορτιάτη “Εδώ αν ακούσεις ομιλίες ή ραντεβουδάκι θάναι ή κλέφτες”. Λάθος, γιατί ήταν και τα πρεζόνια που γέμιζαν τα χαλάσματα του χοιροστασίου και το ξωκλησσάκι της Οσίας Ξένης προς την μεριά Ραδόπουλου και Ούζου 12.

Σ’ αυτό το πρωτόγονο μέρος ανάμεσα στην πλούσια πανίδα από φίδια και χελώνες σκαντζόχοιρους και αλεπούδες, λαγούς και πέρδικες και την μονότονη από Γερμανούς χλωρίδα μεγάλωσαν τα δυό μου παιδιά, ο Αντώνης και ο Γιάννης. Ανέβαιναν στο αυτοσχέδιο αυτοκινητάκι τους και από το ύψος της Βάρναλη κατέβαιναν την Βισβίζης με ταχύτητα για να σταματήσουν κάπου στο ύψος της Αμπέλου. Τέτοια ανοιχτωσιά! Τέτοια ερημιά! Τόσο φυσικό περιβάλλον.Το κοντινότερο σχολείο το Γυμνάσιο Μαλακοπής στην Τσιαπάνου.

Η εξέλιξη προχώρησε μαζί με τα χρόνια. Η ομορφιά  και η επιθυμία της διόροφης μονοκατοικίας  με τις πράσινες αυλές γέμισε παραφωνίες  με “τέρατα” πολλών ορόφων. Ελληνικό μεγαλείο. Μαζί μ’ αυτή την εξέλιξη που γέμισε σπίτια και κόσμο άσπρισαν και τα δικά μας μαλλιά. Τα παιδιά μας, πρωτοπόροι της περιοχής, έγιναν άντρες με δικές τους οικογένειες. Έτσι είναι ο άνθρωπος μέσα στην ροή του χρόνου. Το καινούριο σπρώχνει το παλιό ζητώντας το μερίδιό του στη ζωή!

Μέσα από την ωραία και με μεράκι φτιαγμένη ιστοσελίδα του συνοικισμού ενημερώθηκα για την προσπάθεια αναβίωσης της παλιάς γειτονιάς. Τότε, θυμάμαι, που οι άνθρωποι γνωρίζονταν μεταξύ τους και μαζεύονταν πότε στο ένα σπίτι και πότε στο άλλο χωρίς την εκκωφαντική τηλεόραση. Μιλούσαν, γελούσαν, αγαπιόντουσαν, μαλώναν, βριζόντουσαν. Αλλά πάντα παρέμειναν  Άνθρωποι και Γείτονες. Έφτανε ένα ωχ  για να ξεσηκωθεί όλος ο περίγυρος.

Εύχομαι να συνεχίσετε με θέρμη αυτό που αρχίσατε για να μην χαθεί η ανθρωπιά μας, η κουλτούρα μας, η πατρίδα μας. Και προπάντων να μαθαίνουν τα παιδιά.»

 

*Ο Π. Μωυσιάδης καταθέτει την εμπειρία μου, μια εμπειρία 35 χρόνων, ως ένας από τους πρωτοπόρους κατοίκους της περιοχής των Κων/των Πυλαίας